του Θάνου Ι. Χαριστού
Η πόλη μου μοιάζει σήμερα να μην έχει χρώμα.
Αν όμως κάποιο της λείπει περισσότερο, αυτό είναι σίγουρα το πράσινο.
Σταθερά και με αρμονία η τοπική διοίκηση και οι πολίτες της μάχονται τη φύση και αναδεικνύονται νικητές, τουλάχιστον πρόσκαιρα. Όταν απομείνει πια μόνο το αστικό τοπίο, ό,τι πιο ξένο προς την πόλη και αφιλόξενο προς τους ανθρώπους της κάνει την εμφάνισή του.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό.
Η πόλη μου έχει ιστορία και μάλιστα ξεχωριστή. Κι όμως δεν την άκουσα ποτέ, δεν τη συναντά κανείς στους δρόμους της. Χρόνια τώρα έχει συνειδητά επιλεγεί η σιωπή, η λήθη. Καινούργια σύμβολα φτιάχνονται, αλλότριες προς την παράδοση της πόλης δοξασίες καλλιεργούνται, νέα ήθη προτάσσονται. Αλλόκοτο κουστούμι της έχει ραφτεί.
Η πόλη μου έχει κίνηση, ζωντάνια δεν έχει και δημιουργικότητα. Της λείπουν άραγε οι νέοι; Στεγάζει τόσα πανεπιστήμια και τόσες νεαρές ψυχές όσες λίγες άλλες πόλεις. Ελάχιστες όμως πρέπει να ναι και αυτές που γυρνούν τόσο απόλυτα την πλάτη στην ορμή των νέων τους.
Μα γατί αναρωτιόμαστε για τους φοιτητές; Ακούστηκαν αλήθεια να ανησυχούν για αυτήν οι καθηγητές τους, οι πρωτοπόροι του πνεύματος και της καλλιτεχνίας, οι άνθρωποι της παραγωγής; Ιδιώτευση και ιδιοτέλεια.
Είναι θλιβερό ότι η πόλη μου σήμερα μοιάζει να είναι οι γηρασμένες, γκρίζες πολυκατοικίες της. Χωρίς αυτοπεποίθηση, χωρίς τις αναμνήσεις του παρελθόντος της, τελικά χωρίς πυξίδα, στοιχειωμένο καράβι.
Οι διαπιστώσεις κοινές. Να είμαστε όμως δίκαιοι: Ευθύνη μικρότερη στο πλήρωμα -καπεταναίους και λοιπούς αξιωματικούς- που μετρήθηκε και βρέθηκε λειψό.
Πολύ μεγαλύτερη σε εμάς τους ανθρώπους της, που την αμελήσαμε, που δεν καταφέραμε μέχρι σήμερα να συνεννοηθούμε, που επιμένουμε να μένουμε κατ΄ αποτέλεσμα αδρανείς, να πλέουμε ο καθένας στα ρηχά νερά του μικρού του εαυτού.
Η πόλη μου ασφυκτιά. Δεν έχει πια άλλο χρόνο για τις αυτάρεσκα μοναχικές, παράλληλες πορείες των ανθρώπων της που εννοούν ξεκάθαρα τι γίνεται γύρω τους, αλλά αδυνατούν να (συν)διαχειριστούν δημιουργικά αυτό που υπάρχει μέσα τους. Σε αυτούς η τελευταία ευκαιρία να συναντηθούν, σε αυτούς και η τελική ευθύνη.
Σημ.: Η ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις της Θεσσαλονίκης, είναι κάθε άλλο παρά συμπωματική και οπωσδήποτε δεν περιγράφεται σε τυχαίο χρόνο.
Η πόλη μου μοιάζει σήμερα να μην έχει χρώμα.
Αν όμως κάποιο της λείπει περισσότερο, αυτό είναι σίγουρα το πράσινο.
Σταθερά και με αρμονία η τοπική διοίκηση και οι πολίτες της μάχονται τη φύση και αναδεικνύονται νικητές, τουλάχιστον πρόσκαιρα. Όταν απομείνει πια μόνο το αστικό τοπίο, ό,τι πιο ξένο προς την πόλη και αφιλόξενο προς τους ανθρώπους της κάνει την εμφάνισή του.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό.
Η πόλη μου έχει ιστορία και μάλιστα ξεχωριστή. Κι όμως δεν την άκουσα ποτέ, δεν τη συναντά κανείς στους δρόμους της. Χρόνια τώρα έχει συνειδητά επιλεγεί η σιωπή, η λήθη. Καινούργια σύμβολα φτιάχνονται, αλλότριες προς την παράδοση της πόλης δοξασίες καλλιεργούνται, νέα ήθη προτάσσονται. Αλλόκοτο κουστούμι της έχει ραφτεί.
Η πόλη μου έχει κίνηση, ζωντάνια δεν έχει και δημιουργικότητα. Της λείπουν άραγε οι νέοι; Στεγάζει τόσα πανεπιστήμια και τόσες νεαρές ψυχές όσες λίγες άλλες πόλεις. Ελάχιστες όμως πρέπει να ναι και αυτές που γυρνούν τόσο απόλυτα την πλάτη στην ορμή των νέων τους.
Μα γατί αναρωτιόμαστε για τους φοιτητές; Ακούστηκαν αλήθεια να ανησυχούν για αυτήν οι καθηγητές τους, οι πρωτοπόροι του πνεύματος και της καλλιτεχνίας, οι άνθρωποι της παραγωγής; Ιδιώτευση και ιδιοτέλεια.
Είναι θλιβερό ότι η πόλη μου σήμερα μοιάζει να είναι οι γηρασμένες, γκρίζες πολυκατοικίες της. Χωρίς αυτοπεποίθηση, χωρίς τις αναμνήσεις του παρελθόντος της, τελικά χωρίς πυξίδα, στοιχειωμένο καράβι.
Οι διαπιστώσεις κοινές. Να είμαστε όμως δίκαιοι: Ευθύνη μικρότερη στο πλήρωμα -καπεταναίους και λοιπούς αξιωματικούς- που μετρήθηκε και βρέθηκε λειψό.
Πολύ μεγαλύτερη σε εμάς τους ανθρώπους της, που την αμελήσαμε, που δεν καταφέραμε μέχρι σήμερα να συνεννοηθούμε, που επιμένουμε να μένουμε κατ΄ αποτέλεσμα αδρανείς, να πλέουμε ο καθένας στα ρηχά νερά του μικρού του εαυτού.
Η πόλη μου ασφυκτιά. Δεν έχει πια άλλο χρόνο για τις αυτάρεσκα μοναχικές, παράλληλες πορείες των ανθρώπων της που εννοούν ξεκάθαρα τι γίνεται γύρω τους, αλλά αδυνατούν να (συν)διαχειριστούν δημιουργικά αυτό που υπάρχει μέσα τους. Σε αυτούς η τελευταία ευκαιρία να συναντηθούν, σε αυτούς και η τελική ευθύνη.
Σημ.: Η ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις της Θεσσαλονίκης, είναι κάθε άλλο παρά συμπωματική και οπωσδήποτε δεν περιγράφεται σε τυχαίο χρόνο.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιο πολύ μας λείπει το πράσινο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ Θάνο
Έχεις δίκιο. Πιο πολύ μας λείπει το πράσινο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Είμαι γιος κηπουρού. Ο αείμνηστος πατέρας μου εργάστηκε με επιτυχία στο Δήμο μας, στο Πάρκο του Λευκού Πύργου και απέναντι, στο πλατάνι, δίπλα στο μνημείο του Παπάφη, για πολλά χρόνια, πριν πολλά χρόνια. Αυτό που μου έμαθε είναι η αξία του να διατηρείς φυτώριο. Να σχεδιάζεις για το μέλλον, να προβλέπεις έτσι τις ανάγκες του μέλλοντος και να ετοιμάζεσαι κατάλληλα για να τις αντιμετωπίσεις. Να ετοιμάζεις τα νέα βλαστάρια που μεγαλώνοντας στο τόπο τους, εγκλιματίζονται και αντικαθιστούν επάξια, στον κατάλληλο χρόνο, τα κουρασμένα δέντρα, τους αποκαμωμένους θάμνους που τα έδωσαν εν τω μεταξύ όλα. Φροντίζεις, επίσης, να υπάρχουν ετήσια λουλούδια παντού –κι αν είναι δυνατόν- όλες τις μέρες του χρόνου.
Μπορείς, επίσης, να επιλέγεις –από άποψη- ελληνικά φυτά, αυτοφυή της περιοχής, που χρειάζονται λιγότερη φροντίδα. Σε κάθε περίπτωση, η Πόλη πρέπει να γνωρίζει το ονοματεπώνυμο κάθε φυτού που φυτεύει και να το φυτεύει μόνον όταν την ευθύνη της ανάπτυξής του την έχει αναλάβει πολίτης αυτής της πόλης, με ονοματεπώνυμο επίσης. Περπατάω σε αυτή την πόλη και βλέπω παντού κακοποιημένα δέντρα. Δέντρα που εξαφανίζονται γιατί «εμποδίζουν». Δέντρα παράταιρα με τον πολιτισμό μας, το κλίμα μας, την αισθητική της πόλης. Το γιούκα τείνει πλέον να αντικαταστήσει τα γεράνια και οι «γερμανοί» εισέβαλαν ήδη στην πόλη.
Προτείνω, λοιπόν, μέχρι να αποκτήσουμε Νέα Δημοτική Αρχή, να υιοθετήσουμε καθένας μας κι ένα φυτό. Να το ονοματίσουμε –ξέρεις κάθε φυτό έχει και το λατινικό του ονοματεπώνυμο- να μάθουμε για την ιστορία του, τις ιδιότητές του –πολλά από τα φυτά έχουν άνθη, καρπούς ή φύλλα με ουσίες που δρουν ευεργετικά για την υγεία ανθρώπων και ζώων. Να μη μείνει κανένα φυτό ορφανό. Να εδραιώσουμε έτσι ένα σύστημα πρόνοιας για τα φυτά της πόλης μας, το οποίο, στη συνέχεια, να το επιβάλουμε στο Νέο Δήμο.
Οικονόμου Ανδρέας
Φίλος της Βαλκανικής Χλωρίδας