του Κώστα Νικολάου
Η ιστορική αναγκαιότητα μιας πολιτικής συμμαχίας της σοσιαλιστικής, της ανανεωτικής και της ριζοσπαστικής αριστεράς, των οικολόγων και των κινημάτων της πόλης, που να μπορεί να εκπροσωπήσει αποτελεσματικά μια κοινωνική συμμαχία μισθωτών δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, ανέργων, σπουδαστών, αυτοαπασχολούμενων, μικρών επιχειρηματιών, εμπόρων, ελευθέρων επαγγελματιών, οι οποίοι έχουν κοινά συμφέροντα σε αυτήν τη φάση της σημερινής οικονομικής κρίσης και που μόνον αυτή η συμμαχία μπορεί να οδηγήσει σε μια εναλλακτική και κοινωνικά δίκαιη έξοδο από την κρίση, έχει διερευνηθεί σε προηγούμενο κείμενο (βλ. «Συμμαχία για μια κοινωνικά δίκαιη και πράσινη Θεσσαλονίκη», ιστολόγιο Διαλεκτικά, Απρίλιος 2010).
Ένα πολιτικό εγχείρημα έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2010. Ενεργοί πολίτες και στελέχη της σοσιαλιστικής, της ανανεωτικής και της ριζοσπαστικής αριστεράς, των οικολόγων και των κινημάτων της πόλης συναντήθηκαν με την ευκαιρία των δημοτικών εκλογών, δημιούργησαν μια επιτροπή διαλόγου παρατάξεων και κινήσεων πολιτών για τη ριζική αλλαγή στο Δήμο Θεσσαλονίκης και έπειτα από τρίμηνο διάλογο κατέληξαν σ’ ένα προγραμματικό πλαίσιο με ξεκάθαρο ιδεολογικό και πολιτικό προσανατολισμό, βασισμένο σε τρεις άξονες: α) την κοινωνικά δίκαιη έξοδο από την οικονομική κρίση, β) το όραμα για μια πόλη με ταυτόχρονη οικονομική ανάπτυξη, κοινωνική δικαιοσύνη και προστασία περιβάλλοντος και γ) το νέο μοντέλο δημοκρατικής διακυβέρνησης του Δήμου με ενεργό συμμετοχή των πολιτών.
Το πολιτικό αυτό εγχείρημα συνάντησης της ευρύτερης αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων με κατάληξη μια προγραμματική σύγκλιση είναι πρωτοφανές για την Ελλάδα και άρα ιστορικής σημασίας. Συνέβη κυρίως γιατί η ιστορική ανάγκη το ζητούσε και γιατί προέκυψε όχι από συμφωνίες κορυφής, αλλά από τα κάτω.
Δεν μετασχηματίσθηκε όμως σε μία και ενιαία πολιτική έκφραση του συνόλου της ευρύτερης αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων. Κι αυτό κυρίως γιατί, άλλοτε κάποιες προσωπικές επιδιώξεις και άλλοτε κάποιες επιμέρους υπαρξιακές ανασφάλειες οδήγησαν στο να κυριαρχήσει το προσωπικό ή το επιμέρους «εγώ» απέναντι στο «εμείς», άσχετα με τη δηλωμένη πολιτική προσέγγιση. Αυτό βέβαια δείχνει τη διείσδυση της αστικής ιδεολογίας του ατομικού καλού, του επιμέρους καλού, του «εγώ» μέσα στους χώρους της ευρύτερης αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων, παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα των ενεργών πολιτών και των αντίστοιχων κοινωνικών στρωμάτων επιθυμεί και αγωνίζεται για το συνολικό καλό, για το «εμείς».
Απέτυχε λοιπόν το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης; Κάθε άλλο. Το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης απέδειξε ότι δεν υπάρχει κανένα ιδεολογικό, πολιτικό και προγραμματικό εμπόδιο για την ενότητα της ευρύτερης αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων. Το κοινό προγραμματικό πλαίσιο είναι η απόδειξη και αποτελεί ήδη ένα πολύ σημαντικό πολιτικό κεκτημένο.
Η υπόθεση της πολιτικής ενότητας του συνόλου της ευρύτερης αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων για να επιτευχθεί και να μπορέσει να οδηγήσει στην κοινωνικά δίκαιη έξοδο από την οικονομική κρίση χρειάζεται να περάσει από τα εύθραυστα χέρια, που βρίσκεται σήμερα στα στιβαρά χέρια των πολιτών και όσων αγωνίζονται «όχι για να ξεχωρίσουν από τον κόσμο, αλλά για να σμίξουνε τον κόσμο».