Για μας τους Θεσσαλονικείς -που ξεπεράσαμε ή είμαστε κοντά στα 40- η Θεσσαλονίκη άφησε το αποτύπωμα στο κορμί, στο μυαλό και το συναίσθημά μας.
Η μυρωδιά από το χώμα μετά τη βροχή κυρίευε τα σωθικά μας και γινότανε βάλσαμο στα κύτταρά μας. Ήτανε οι μεγάλες ατέλειωτες αλάνες όπου ματώναμε τα πόδια μας και σκλήρυναν το κορμί μας μέσα από το παιχνίδι. Ήτανε το βραδινό αεράκι του Χορτιάτη που τη λιόπυρη μέρα τη μετέτρεπε σε δροσερή βραδιά.
Ήτανε το φύσημα του Θερμαϊκού που χάιδευε τα πρόσωπά μας. Ήτανε ο κυρ Δήμος, ο κυρ Γιώργος, ο κυρ Νίκος που δρόσιζαν τη γλώσσα μας με την πολύχρωμη παγωμένη γρανίτα τους. Ήτανε ο γείτονας στο διπλανό διαμέρισμα ή στη γειτονική μονοκατοικία που πρόσφερε τη βοήθεια. Ήτανε τότε που η οικογένεια δεν αποτελούσε έναν εγωιστικό εγκλωβισμό, αλλά μία ομάδα που εκτός από προστασία μας δίδασκε κοινωνικότητα, άνοιγμα, σεβασμό στον άλλον, στον ξένο που ποτέ δεν ήτανε ξένος, αλλά η προέκτασή μας. Αυτή υπήρξε η παιδικότητά μας.
Ήτανε το φύσημα του Θερμαϊκού που χάιδευε τα πρόσωπά μας. Ήτανε ο κυρ Δήμος, ο κυρ Γιώργος, ο κυρ Νίκος που δρόσιζαν τη γλώσσα μας με την πολύχρωμη παγωμένη γρανίτα τους. Ήτανε ο γείτονας στο διπλανό διαμέρισμα ή στη γειτονική μονοκατοικία που πρόσφερε τη βοήθεια. Ήτανε τότε που η οικογένεια δεν αποτελούσε έναν εγωιστικό εγκλωβισμό, αλλά μία ομάδα που εκτός από προστασία μας δίδασκε κοινωνικότητα, άνοιγμα, σεβασμό στον άλλον, στον ξένο που ποτέ δεν ήτανε ξένος, αλλά η προέκτασή μας. Αυτή υπήρξε η παιδικότητά μας.
Και μεγαλώναμε… μεγαλώναμε ερωτευτήκαμε τη Γυναίκα, τον Άνδρα τότε που υπήρχε αγάπη, τότε που υπήρχε το άλλο φύλλο και όχι ένας ναρκισσιστικός εγκιβωτισμός. Κάναμε γκρουπ, τραγουδούσαμε, γεμίσαμε φιλοδοξίες, γίναμε επιστήμονες, εργάτες, υπάλληλοι, έμποροι και νιώθαμε τον μικρό ορίζοντα της μάνας πόλης. Φύγαμε όπως το κάθε παιδί οφείλει να αφήσει τη μεγάλη Μάνα.
Αλλά και μείναμε ή και γυρίσαμε. Ο κόσμος άλλαζε και θέλαμε να αλλάξουμε και εμείς. Θέλαμε να φτάσουμε ψηλά. Και χτίσαμε. Χτίσαμε πολύ ψηλά, τόσο ψηλά που χάθηκε ο Χορτιάτης. Ο Άλλος εξαφανίζεται. Ο πληγωμένος ναρκισσισμός μας κλείνεται σε κουτιά με το ομιλών χαζοκούτι. Αποπατήσαμε συλλογικά στο Θερμαϊκό. Γκαζώσαμε την 700άρα μας ή το 2χίλιαρό μας και πνιγήκαμε. Δεν υπάρχει κοινός τόπος. Δεν υπάρχει άλλος παρά ένα μεγάλο Εγώ.
Θεσσαλονίκη σε καρκινιάσαμε. Σε γεμίσαμε με τσιμεντένιους κακοήθεις όγκους. Σου προκαλέσαμε πνευμονικό οίδημα. Πνίξαμε στη σηψαιμία το χώμα, τον αέρα και το νερό σου για να γίνουμε κάποιοι. Για να θρέψουμε τον αυτιστικό μικροαστισμό μας. Και όπως κάθε καθωσπρέπει νευρωσικός που αισθάνεται μικρός, αλλά θέλει να γίνει μεγάλος, παραδώσαμε τα κλειδιά σου στους σαλτιμπάγκους, τους ψευτόμαγκες, τους μικρομεγαλοκλέφτες. Αυτοί μου δίνανε την ψευδαίσθηση ότι μπορώ να γίνω κάποιος, να κλέψω και εγώ βρε αδερφέ για να τη βολέψω. Αφού μπορούν αυτοί γιατί όχι και εγώ. Μάγκας – κλεφτρόνι της ψυχής σου. Και τότε συνειδητοποιώ ότι έχασα τον αέρα μου, το χώμα μου, τον αδερφό μου, τη γυναίκα, τον άντρα μου και τέλος τη δουλειά μου.
ΤΑ ΧΑΣΑ ΟΛΑ!
Όμως όχι. Θα αλλάξω. Θα βγω έξω να συναντήσω τον άλλον. Θα αγκαλιαστώ. Πρέπει να αλλάξω για να σ’ αλλάξω. Να γίνεις ξανά η μεγάλη ερωμένη.
Τέρμα οι ψευτόμαγκες! Τέρμα τα κλεφτρόνια. Τέρμα όλοι αυτοί που με στρουθοκαμηλίζουν. Τέρμα όλοι αυτοί που με πιπίλιζαν με το παραμύθι της δήθεν Πόρνης Αθήνας για να με κρατάνε μικρό και ανήμπορο.
ΚΟΥΦΑΛΕΣ αυτή τη φορά θα συμμετέχω, θα αγωνιστώ, θα σας αφήσω πίσω.
Ο ΘΥΜΟΣ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΔΥΝΑΜΗ.
ΘΑ ΠΑΡΩ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου